Προχθές
Μετεωρολόγος είμαι, δουλεύω στην ΕΜΥ εδώ και 35 χρόνια. Άλλα 5 και βγαίνω στη σύνταξη. Αν προλάβω δηλαδή, με όλ’ αυτά που συμβαίνουν, ποτέ δεν ξέρεις. Απ’ τη δουλειά μου δεν έχω παράπονο, ο μισθός ικανοποιητικός, βάλε και τη μονιμότητα, τι άλλο να ζητήσει κανείς στις μέρες μας; Ούτε και την έχω βαρεθεί, όπως οι περισσότεροι συνάδελφοι το δημοσιοϋπαλληλίκι, εμένα από μικρό παιδί μου άρεσε να παρατηρώ τα φυσικά φαινόμενα. Μόνο που τα τελευταία χρόνια δεν είναι όπως παλιά, η πρόγνωση του καιρού γίνεται ολοένα και πιο δύσκολη. Μπορεί η τεχνολογία να εξελίσσεται και τα προγνωστικά μοντέλα μας να τελειοποιούνται, το κλίμα όμως αλλάζει κι αυτό με ρυθμούς τόσο γοργούς που αγκομαχούμε να τους παρακολουθήσουμε. Δεν είμαστε πια σε θέση να κάνουμε μεσοπρόθεσμες προβλέψεις, τα δεδομένα μεταβάλλονται απ’ τη μια στιγμή στην άλλη, βγάζουμε ένα δελτίο το πρωί και μέχρι το βράδυ είναι άχρηστο, πρέπει ν’ ανακοινώσουμε έκτακτο. Αλλά κι ο κόσμος δεν μας εμπιστεύεται πια όπως άλλοτε, σου λέει, αυτοί για να προβλέπουν άλλα το πρωί κι άλλα το βράδυ, πά’ να πει ότι δεν ξέρουνε πού πάν’ τα τέσσερα. Δεν τους αδικώ, στις μέρες μας οι άνθρωποι έχουν γίνει καχύποπτοι με όλους και με όλα, ούτε στον θεό πιστεύουνε, ούτε στην επιστήμη.
Και πάλι όμως, αυτό που πρόκειται να συμβεί μεθαύριο είναι τόσο ακραίο που δεν το χωράει ο νους τους… Σαν ταινία επιστημονικής φαντασίας…
Το μεσημέρι ο διευθυντής της υπηρεσίας συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη με την συμμετοχή όλου του επιστημονικού δυναμικού. Στο γραφείο πλανιόταν ήδη η ανησυχία, υπήρχε όμως ακόμα η ελπίδα ενός λάθους· η αιώνια αντίφαση της επιστήμης που από τη μια βασίζεται στις μεθόδους της κι από την άλλη εύχεται την διάψευσή τους όταν η πραγματικότητα που παρουσιάζουν απέχει από την επιθυμητή. Ίσως τα στοιχεία που έστελναν οι δορυφόροι να ήταν ανακριβή ή κάτι να πήγε στραβά στην επεξεργασία τους από τους υπολογιστές· αν οι άνθρωποι υποπίπτουν σε σφάλματα, γιατί όχι κι οι μηχανές; Όταν μία προς μία όλες ετούτες οι πιθανότητες καταρρίφθηκαν από τις μεγαλύτερες επιστημονικές αυθεντίες του κάθε κλάδου, ο διευθυντής μας ήταν κιόλας τόσο ιδρωμένος όσο θα ήμασταν κι εμείς οι υπόλοιποι σε δυο μέρες από σήμερα αν επαληθεύονταν οι προβλέψεις. Ένα τέτοιο δελτίο καιρού, πώς το ανακοινώνεις;
«Να βάλουμε την Νεφέλη να το παρουσιάσει», πρότεινε ο Αντωνίου, «Όλοι θα κοιτάνε τα βυζιά της και κανείς δεν θα προσέξει τι λέει». Ο διευθυντής τού έριξε ένα δολοφονικό βλέμμα· στην εποχή μας για ένα τέτοιο σχόλιο μπορούσες να χάσεις ακόμα και τη δουλειά σου. «Εμείς όμως θέλουμε ετούτη τη φορά το κοινό να προσέξει τι του λέμε, είναι ζωτικής σημασίας. Γι’ αυτό θα το παρουσιάσεις εσύ, Αντωνίου, το δελτίο, που είσαι σοβαρός και αξιόπιστος κι ο κόσμος σε πιστεύει». Σαν βρεγμένη γάτα εκείνος μάζεψε τις σημειώσεις του και βγήκε απ’ το γραφείο· καλά να πάθει ο αχώνευτος που διαρκώς βάζει τους άλλους να βγάλουνε το φίδι από την τρύπα. Εγώ τσιμουδιά, σε όλη τη σύσκεψη κιχ δεν έβγαλα, τους άκουγα να μιλάνε κουνώντας το κεφάλι. Λύεται η συνεδρίασις, σηκώνομαι να φύγω, «Για μια στιγμή, Μαυρίδη, εσύ που είσαι ο αρχαιότερος, θ’ αναλάβεις να ενημερώσεις την πολιτική ηγεσία». Γαμώ την τύχη μου! Πάνω που νόμιζα ότι την είχα γλιτώσει. Γιατί να πρέπει να παίξω τον ρόλο του μαντατοφόρου, αφού όλοι το ξέρουν ότι στο τέλος οι ισχυροί τα βάζουν πάντοτε μ’ αυτόν που τους αναγγέλλει τα δυσάρεστα; «Ο Γιαννακόπουλος είναι πιο παλιός από μένα, κύριε Διευθυντά, γιατί να μην το αναθέσουμε σ’ εκείνον;» «Με δουλεύεις, Μαυρίδη; Τον Γιαννακόπουλο ο κύριος υπουργός δεν θέλει να τον βλέπει στα μάτια του, του το ‘χει άχτι από τότε με το φιάσκο με τις πλημμύρες στον Πειραιά. Εσύ θα πας, που είσαι συμπαθής σε όλους, τελεία και παύλα!»
Στο υπουργικό γραφείο ο αρμόδιος υπουργός φυσά και ξεφυσά σαν ξαναμμένος ταύρος. Κάνει πως μελετά τα διαγράμματα που του παρουσιάζω, παριστάνει τον πολύξερο, δείχνει με το δάχτυλο εξισώσεις κι αριθμούς που δεν καταλαβαίνει, υποβάλλει ερωτήματα που δεν θα έθετε ούτε πρωτοετής φοιτητής. Να πάρει αποφάσεις όμως δεν μπορεί, μεγάλη η ευθύνη. «Καλύτερα ν’ απευθυνθούμε στον κύριο Πρωθυπουργό».
Από τον Άννα στον Καϊάφα. Ακριβώς όπως το είχα προβλέψει, στο άκουσμα των δυσάρεστων ειδήσεων ο Πρωθυπουργός είναι ήδη εκνευρισμένος και δεν κάνει καν τον κόπο να το κρύψει· είναι ένα από τα προνόμια της εξουσίας κι ετούτο, και όχι το πιο ευκαταφρόνητο, να μπορείς να ξεσπάς τα νεύρα σου στους υφισταμένους. Κάνω πως δεν καταλαβαίνω την ειρωνεία του και όσο πιο υπαινικτικά και διαλλακτικά γίνεται, προχωρώ σε υποδείξεις. Τότε εκείνος ξεσπάει. «Απαγόρευση της κυκλοφορίας; Αναστολή κάθε οικονομικής δραστηριότητας; Εξοικονόμηση ενέργειας; Κατανάλωση με δελτίο; Και για πόσο διάστημα; Ούτε εσείς οι ίδιοι δεν ξέρετε ν’ απαντήσετε!» «Ένα τριήμερο το πολύ, κύριε Πρωθυπουργέ, μετά όλα δείχνουν ότι θα επανέλθουμε σε φυσιολογικές συνθήκες». Το είπα εμφατικά αν και δεν ήμουν καθόλου βέβαιος, η σιγουριά μου όμως έφερε τα αντίθετα αποτελέσματα, ο Πρωθυπουργός σηκώθηκε όρθιος κι άρχισε να βηματίζει πέρα-δώθε στο γραφείο μιλώντας φωναχτά, στον εαυτό του περισσότερο και λιγότερο σε μένα. «Τρεις μέρες;! Τρεις ολόκληρες μέρες;! Έχετε ιδέα τι συνεπάγεται αυτό; Απώλεια του ΑΕΠ τουλάχιστον μία μονάδα! Ασύλληπτο κόστος, ειδικά τώρα που τα δημοσιονομικά μας δεν πάνε και τόσο καλά. Και θέλετε να το ρισκάρω για μια πρόβλεψη που μπορεί να βγει, αλλά μπορεί και να μη βγει; Όπως τότε με τις πλημμύρες;» Εμ, δεν θα μου το χτύπαγε; Μια φορά πέσαμε κι εμείς έξω και θα μας το φυλάνε για χρόνια, εκατό σωστές προγνώσεις να κάνεις, ξεχνιούνται, μια φορά να λαθέψεις, αυτό θυμούνται όλοι. Στον Πρωθυπουργό πάντως φάνηκε ακλόνητο το επιχείρημα και συνέχισε το λογύδριο ευχαριστημένος από τον εαυτό του. «Για σας τους επιστήμονες τα πάντα είναι απλά, άσπρο-μαύρο. Δεν παίρνετε εσείς τις αποφάσεις γι’ αυτό και δεν υπολογίζετε τις συνέπειες. Ούτε και το πολιτικό κόστος». Τώρα μάλιστα! Πες το ντε! Το πολιτικό κόστος! Έχουμε κι εκλογές σε λίγους μήνες! «Το πολιτικό κόστος θα είναι πολύ βαρύτερο, κύριε Πρωθυπουργέ, εάν θρηνήσουμε θύματα. Το ανθρώπινο σώμα δεν είναι πλασμένο να αντέχει σε τόσο υψηλές θερμοκρασίες, δεν χρειάζεται να σας το πω, είμαι βέβαιος ότι το αντιλαμβάνεστε». Μία σου και μία μου! Του μίλησα στη γλώσσα του, από κει και πέρα νίπτω τας χείρας μου, ας κάνει ό,τι καταλαβαίνει. Φάνηκε να το ξανασκέφτεται. «Βεβαίως, να ενημερώσουμε το κοινό, είπα εγώ το αντίθετο; Με ψυχραιμία και υπευθυνότητα όμως. Προπάντων να μην προκληθεί πανικός. Και μετά ας λάβει ο καθένας τα μέτρα του. Η κρατική μηχανή θα τεθεί σε ετοιμότητα, οι δημόσιες υπηρεσίες θα πράξουν τα δέοντα. Όμως οφείλει και ο πολίτης να συμμορφωθεί και να φερθεί υπεύθυνα, ας μην τα περιμένουμε όλα από το κράτος».
Ατομική ευθύνη με άλλα λόγια, ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Άλλο τι δεν είχα να προσθέσω, έβαλα στον χαρτοφύλακα τις σημειώσεις μου, ο γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου με συνόδευσε ως την έξοδο. Στον κήπο του Μαξίμου είχε δροσιά, πήρα βαθιά ανάσα, γέμισα τα πνευμόνια μου αέρα. Πάει κι αυτό, τελείωσε, σκέφτηκα κι αισθάνθηκα ανακουφισμένος, την αμέσως επόμενη στιγμή όμως συνειδητοποίησα ότι τα χειρότερα έρχονται και μ’ έπιασε ξανά το άγχος. Έπρεπε να προετοιμαστώ κατάλληλα, ο χρόνος πίεζε, μια μέρα απέμενε όλη κι όλη, κι όμως δεν είχα διάθεση να κάνω το παραμικρό, σαν να ‘χα παραλύσει.
Γύρισα στο διαμέρισμα, άνοιξα την τηλεόραση ν’ ακούσω το πρωθυπουργικό διάγγελμα. Τίποτα όμως, το πρόγραμμα συνεχιζόταν κανονικά και στο δελτίο ειδήσεων των 21.00 πρώτη είδηση ήταν το έγκλημα στο Κολωνάκι, δεύτερη τα εγκαίνια του νέου νοσοκομείου της Πάτρας, τρίτη ο πόλεμος στην Ουκρανία που συνεχιζόταν για 23ο έτος, και μόνο όταν έφτασε η ώρα του δελτίου καιρού, μετά τ’ αθλητικά, εμφανίστηκε στο γυαλί η Νεφέλη σεινάμενη κουνάμενη και μ’ ένα αβυσσαλέο ντεκολτέ που άφηνε ελάχιστα στη φαντασία, πιο καυτή κι απ’ τις θερμοκρασίες του τριημέρου. Η φωνή της, πιο λάγνα κι από τηλεφωνήτριας των ροζ γραμμών, έκανε το βαρομετρικό υψηλό, τις υποσαχάριες αέριες μάζες και τους βαθμούς Κελσίου ν’ ακούγονται απ’ τους απόπληκτους τηλεθεατές σαν σεξουαλικά υπονοούμενα· ο Αντωνίου ο άτιμος ένας Θεός ξέρει τι κώλυμα προφασίστηκε για να τη σκαπουλάρει.
Έκλεισα τον δέκτη απορημένος. Μα καλά, έτσι θ’ άφηναν τους πολίτες, στην τύχη τους; Χωρίς ούτε μία προειδοποίηση; Μερικές οδηγίες έστω τι μέτρα να πάρουνε για να προφυλαχθούνε; Αδιανόητο! Κι εμείς οι μετεωρολόγοι που γνωρίζαμε τι πρόκειται να συμβεί, δεν είχαμε χρέος άραγε να πούμε την αλήθεια; Για μια στιγμή σκέφτηκα πως έπρεπε να μιλήσω στον Τύπο, έπειτα το μετάνιωσα, ποιος θα ‘δινε σημασία; Να ειδοποιήσω τους δικούς μου τουλάχιστον, μα μήπως είχα και κανέναν; Η κόρη μου βρισκόταν στο Λονδίνο κι εκεί που ήταν δεν κινδύνευε, γιατί λοιπόν να την ανησυχήσω; Την πρώην σύζυγο ίσως; Μπα, άστο καλύτερα, καμία όρεξη δεν είχα ν’ ακούσω τη φωνή της. Έβαλα τον αυτόματο τηλεφωνητή σε περίπτωση που κάποιος με ζητούσε, κατέβασα δύο Tavor και πήγα να ξαπλώσω. Ήμουν τόσο κουρασμένος που αποκοιμήθηκα αμέσως, τέτοιον ύπνο βαθύ και ανονείρευτο, χρόνια είχα να κάνω!
Εχθές
Πρέπει να κοιμήθηκα λιγάκι παραπάνω, τι λιγάκι δηλαδή; όταν άνοιξα τα μάτια μου το πρωί, το ρολόι έδειχνε κιόλας 10.00 κι εγώ ήμουνα ήδη μούσκεμα στον ιδρώτα. Έριξα μια ματιά στο θερμόμετρο του τοίχου, η μπίλια στο κόκκινο, 35° C. Και πού ‘σαι ακόμα, μουρμούρισα κι έτρεξα στην ντουζιέρα. Το τηλέφωνο όμως ίσα που έσταζε, το νερό ερχόταν χωρίς πίεση, μα είναι δυνατόν να κόβεται από τώρα; Ανήσυχος ξεβγάλθηκα όπως-όπως κι άνοιξα ξανά το χαζοκούτι. 72 κανάλια κι όλα το ίδιο πρόγραμμα, one man show, ο Πρωθυπουργός και το διάγγελμά του. Φορούσε μόνο το πουκάμισο, δίχως γραβάτα και σακάκι, τα μανίκια ανασηκωμένα λες κι έβαζε μπουγάδα. Αξύριστος, εννοείται, η έκφραση του προσώπου του να μαρτυρά την κρισιμότητα της κατάστασης πέρα κι από τα λόγια. Είχα τον ήχο κατεβασμένο από χθες μα δεν χρειάστηκε να τον δυναμώσω για να καταλάβω. Μας είχαν χρησιμοποιήσει σαν εμπροσθοφυλακή για να προλειάνουμε το έδαφος και τώρα το ιππικό αναλάμβανε τα ηνία. Οι επιστήμονες σε ρόλο μπαμπούλα, οι πολιτικοί σε ρόλο σωτήρα: ο Πρωθυπουργός ανοιγόκλεινε βουβά τα χείλη του αλλά από κάτω οι υπότιτλοι για τα άτομα με προβλήματα ακοής απαριθμούσαν ένα-ένα τα έκτακτα μέτρα: 1. Στρατιωτικός νόμος, 2. Απαγόρευση κυκλοφορίας, 3. Υποχρεωτική αργία, 4. Τηλεργασία, 5. Εξοικονόμηση ενέργειας. Οι εντολές προηγούνταν, οι οδηγίες έπονταν: 1. Συσκότιση των παραθύρων, 2. Ελαφρύ ντύσιμο, 3. Αποφυγή σωματικής δραστηριότητας και φυσικά, στο νούμερο 4, το απαύγασμα της ανθρώπινης γνώσης και σοφίας, η Κατανάλωση άφθονων υγρών.
Προσοχή παρακαλώ! Πολύ νερό να πίνετε, στο εγγύς μέλλον προβλέπεται καύσων και ξηρασία…
Εντούτοις κανένας πανικός δεν προκλήθηκε, ή τουλάχιστον, έτσι μας διαβεβαίωσαν οι δημοσιογράφοι λίγες ώρες αργότερα. Λογικό μού φάνηκε και τους πίστεψα, τη μια με την επιδημία των τρελών γατιών, την άλλη με την πετρελαϊκή κρίση, την παράλλη με την διαρροή ραδιενέργειας από το πυρηνικό εργοστάσιο της Ζαπορίζια, οι άνθρωποι στις μέρες μας είναι πια συνηθισμένοι να συμμορφώνονται σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Ωστόσο, όταν κατά το μεσημέρι πετάχτηκα μέχρι το σούπερ μάρκετ για τις τελευταίες προμήθειες, εμφιαλωμένα νερά, αναψυκτικά, κονσέρβες, χαρτί υγείας, βρήκα τα ράφια αδειανά σαν λεηλατημένα ενώ την είσοδο την φρουρούσαν ένοπλοι σεκιουριτάδες με το δάχτυλο στην σκανδάλη. Επέστρεψα στη βάση μου άπραγος, άνοιξα τη βρύση στη μπανιέρα, πέντε ώρες έκανε να γεμίσει. Τουλάχιστον θα είχα πόσιμο νερό για το τριήμερο, θα μ’ έφτανε ελπίζω. Και το κλιματιστικό, μια χαρά λειτουργούσε προσώρας, στο σαλόνι ήταν δροσερά.
Άραξα στον καναπέ να δω λίγη τηλεόραση, παντού μιλούσαν για τον καύσωνα, το γύρισα στο συνδρομητικό να βρω καμιά ταινία της προκοπής μήπως και χαλαρώσω. Θες από ατυχή σύμπτωση και κακό προγραμματισμό, ή ίσως κι εξεπίτηδες, από διάθεση σαδιστική, έπαιζε ένα παλιό νουάρ της δεκαετίας του ‘80, το Body Heat με την Κάθλιν Τέρνερ. Η Έξαψη στα ελληνικά, ό,τι έπρεπε για την περίσταση! Στην οθόνη τα ιδρωμένα κορμιά έδειχναν αισθησιακά κι ο καύσωνας του Αμερικανικού Νότου η ιδανική ατμόσφαιρα για τις περιπτύξεις τους, αύριο όμως στη μεσογειακή Αθήνα οι μασχάλες θα έζεχναν και δεν θα μπορούσες να πλησιάσεις άνθρωπο ούτε στα 5 μέτρα· η τέχνη εξωραΐζει, η επιστήμη απομυθοποιεί, η πραγματικότητα σκοτώνει. Εν τούτοις για μια στιγμή ξεχάστηκα κι αφέθηκα στη μαγεία του κινηματογράφου, θυμήθηκα τα νιάτα μου και πόσο πολύ με καύλωνε εκείνη η γυναίκα και πως, έστω κι αμυδρά, μες το λευκό της μισοφόρι, έμοιαζε με την Κάτια. Μισόκλεισα τα μάτια, βυθίστηκα στην ονειροπόληση, ο ύπνος ήρθε και με τύλιξε προτού το καταλάβω.
Σήμερα
Στις 5.00 τα χαράματα με ξύπνησε ο εφιάλτης. Είδα, λέει, την Κάθλιν Τέρνερ να παρουσιάζει το δελτίο καιρού με το λευκό της φόρεμα να κυματίζει κάτω από τον εκκωφαντικό θόρυβο ενός ανεμιστήρα. Η φωνή της δεν ακουγόταν, το δάχτυλο όμως έδειχνε ένα τεράστιο, πύρινο 64 καρφωμένο πάνω απ’ τον χάρτη της Αθήνας σαν αγγελτήριο θανάτου. Πετάχτηκα απ’ τον καναπέ αλαφιασμένος, κρύος ιδρώτας μ’ έλουζε, με δυσκολία προσπαθούσα ν’ ανασάνω. Μέσα στο σαλόνι η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική, παντού σκοτεινιά, το κλιματιστικό είχε πάψει να λειτουργεί, η οθόνη της τηλεόρασης σβηστή, όλα τα ‘χαμε, ένα μπλακάουτ μας έλειπε. Σιγά-σιγά τα μάτια μου συνήθιζαν στο σκοτάδι. Έψαξα τότε να διακρίνω την ένδειξη στο θερμόμετρο. Ο υδράργυρος είχε σκαρφαλώσει στους 45°C κι ακόμα δεν είχε φέξει.
⁂
Ο αληθινός εφιάλτης τώρα αρχίζει· αυτή ήταν η τελευταία σκέψη του πριν σωριαστεί στο πάτωμα λιπόθυμος…
Σχoλιάστε