Επίσημη παρουσίαση βιβλίου “Η ΣΟΝΑΤΑ WALDSTEIN”, Lux Athens 4.12.2023
Η ΣΟΝΑΤΑ WALDSTEIN
Με τη «Σονάτα Waldstein», ο Στρατής Γαλανός κάνει μια στροφή στη θεματολογία των βιβλίων στα οποία μας έχει έως τώρα συνηθίσει, καθώς θα μπορούσε κανείς να εντάξει το συγκεκριμένο έργο στον χώρο της ερωτικής λογοτεχνίας. Σε αυτό αφηγείται την ερωτική πορεία δύο ανθρώπων που οι δρόμοι τους συναντήθηκαν μέσα από τον αγοραίο έρωτα.
Ο αληθοφανής τρόπος γραφής, η κατά κύριο λόγο αυτοδιηγητική αφήγηση, αλλά και τα ίδια τα γεγονότα που εξιστορούνται καθιστούν από νωρίς σαφές στον αναγνώστη ότι στο βιβλίο αυτό διαβάζει ένα προσωπικό βίωμα του συγγραφέα, ο οποίος κατορθώνει να συνδυάσει τον ρεαλισμό με τη μυθοπλασία τόσο αρμονικά ώστε να είναι σχεδόν αδύνατο για τον δέκτη να διακρίνει την αλήθεια από τα δημιουργήματα της φαντασίας. Ταυτόχρονα, μέσα από τον εξαιρετικό τρόπο γραφής, ο Στρατής κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, όχι χάρη στην πολυπλοκότητα της δομής, αλλά κυρίως μέσω της λεπτομερειακής αφήγησης γεγονότων, συνευρέσεων και βίωσης αισθημάτων. Ο αναγνώστης, με αυτόν τον τρόπο, δεν ξεχνά στιγμή πως -διαβάζοντας ένα αληθινό βίωμα- ξεδιπλώνει ταυτόχρονα στο μυαλό του κάτι αληθινό και αυθεντικά λογοτεχνικό. Έτσι ο Στρατής μάς μεταφέρει στο κλίμα ενός κόσμου που προσπαθεί να κρυφτεί πίσω από τα φώτα της πόλης αλλά και στον μικρόκοσμο –ενίοτε οδυνηρό- ενός ανθρώπου με σοβαρά κινητικά προβλήματα, που -ίσως και λόγω αυτού- δεν διστάζει να μας εξομολογηθεί τα πιο απόκρυφα μυστικά του και τις πιο ακραίες φαντασιώσεις του.
Μία ιερόδουλη και ταλαντούχα καλλιτέχνης διεθνούς φήμης έρχεται να συνταράξει τη ζωή του πρωταγωνιστή, να του προσφέρει την ικανοποίηση φαντασιώσεων που κάποιοι ίσως θα φοβόντουσαν να πουν ακόμη και στον εαυτό τους. Οι δυο τους ζουν έναν μυθιστορηματικό, κινηματογραφικό –θα έλεγε κανείς- έρωτα (;) από αυτούς που δύσκολα μπορούν να αποδοθούν μέσα από την πένα ενός λογοτέχνη. Κι όμως ο συγγραφέας κατορθώνει να σπάει συχνά λογοτεχνικές και κοινωνικές συμβάσεις και ταυτόχρονα να μην κάνει καμία έκπτωση σε αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε ατμόσφαιρα ενός βιβλίου. Άλλωστε, η μουσική καλλιέργεια του Στρατή γίνεται ευθύς εμφανής και διακρίνεται σε όλη τη διάρκεια του μυθιστορήματος προσφέροντας μια υπόκωφη μουσικότητα, που συνοδεύει τα γεγονότα και την ομορφιά των λέξεων. Η μουσική έτσι κατέχει μια θέση κεντρική στην ιστορία αυτήν τόσο σε επίπεδο αισθητικό όσο και σε επίπεδο πλοκής, αφού η πρώτη αγοραία επαφή και η αλάνθαστη εκτέλεση μίας σονάτας αποτελούν και την αφορμή για το ξεκίνημα αυτής της ασυνήθιστης ιστορίας.
Πέρα από την ομορφιά των λέξεων και της μουσικής, όμως, το βιβλίο μάς μεταφέρει και στη δύσκολη καθημερινότητα με τα μικρά διαλείμματα των ηδονιστικών απολαύσεων του καθηλωμένου σε μια καρέκλα πρωταγωνιστή, όπως και στη ζωή της πρωταγωνίστριας, η οποία ρέπει μεταξύ δύο αντίθετων κόσμων, που κατά κάποιον τόπο συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον. Δε θα μπορούσε άλλωστε διαφορετικά, παρά να είναι ταιριαστές οι εξωτερικές συνθήκες της ζωής της με τη δαιδαλώδη φύση της ψυχοσύνθεσής της. Μέσα από τις σελίδες της «Σονάτας Waldstein» ξεπροβάλλει το πορτρέτο της πρωταγωνίστριας. Ένας ύμνος του αφηγητή προς το πρόσωπο που ήρθε για να εισβάλλει στον καταθλιπτικό του –όπως ισχυρίζεται- κόσμο και να τον κάνει να σπάσει τα δεσμά των κοινωνικών στερεότυπων, φέρνοντάς τον αντιμέτωπο με τα κατώτερα πάθη και τα σκοτεινότερα ένστικτά του, αλλά και με τα ευγενέστερα συναισθήματα που μπορεί να νιώσει ένας άνθρωπος για κάποιον άλλον. Ο μεσήλικας συγγραφέας πρωταγωνιστής ανακαλύπτοντας τη διπλή ζωή της πρωταγωνίστριας, ανακαλύπτει ή ίσως ξαναθυμάται και τις πιο μύχιες πτυχές της ύπαρξής του. Και ενώ θα μπορούσε να αποσιωπήσει κάποιες από αυτές ή έστω να τις λειάνει, όχι μόνο δεν το κάνει, αλλά μέσα από την ένωση της λογοτεχνίας με τον ρεαλισμό της σύγχρονης αλλοτριωμένης ζωής, αποφασίζει να αποτυπώσει την ιστορία που ήρθε στη ζωή του σαν από παραμύθι και χώρεσε στο χαρτί, να την απαθανατίσει μετουσιώνοντας την πραγματικότητά του σε λέξεις. Οι λέξεις αυτές καθηλώνουν τον αναγνώστη με την αιχμηρότητά τους, κάποιες φορές και με τη χυδαιότητά τους. Ωστόσο, ο κεντρικός ήρωας δεν θέλει να κρυφτεί. Θέλει αντίθετα να αποθηκεύσει όσο γίνεται καλύτερα στο μυαλό του όσα βίωσε, να περισώσει κάτι από έναν χρόνο που τον έκανε να νιώσει ζωντανός, μέσα από εμπειρίες που συνήθως δεν ζουν οι άνθρωποι παρά μόνο μια φορά στη ζωή τους. Κι αν είναι αυτή η τελευταία; ίσως να σκέφτεται.
Η προσπάθεια του συγγραφέα να φυλακίσει αυτές τις στιγμές είχε ως αποτέλεσμα η «Σονάτα Waldstein» να χαρακτηρίζεται από μία αμιγή ωμότητα αλλά και από στοιχεία ανεπιτήδευτης γνησιότητας. Αυτό βοηθά τον αναγνώστη να ταξιδέψει και ο ίδιος στα βάθη της ψυχής και του ιδιόμορφου και σκοτεινού μικρόκοσμου των ηρώων, ερχόμενος ενδεχομένως και ο ίδιος πρόσωπο με πρόσωπο τόσο με τα όρια της δικής του ηθικής όσο και με ανομολόγητες σκέψεις του.
Ανοίγονται έτσι στον αναγνώστη δυο δρόμοι. Από τη μια μεριά, μπορεί να αγγίξει ευαίσθητες χορδές του αξιακού του συστήματος και να αποφασίσει να κλείσει το βιβλίο, αρνούμενος να παραδοθεί στην ικανοποίηση της περιέργειάς του. Από την άλλη μπορεί το βιβλίο να τον κάνει να δει πίσω από όσα περιγράφονται σε αυτό. Την ένταση των συναισθημάτων των δύο ηρώων αλλά και τη σκοτεινότητα της ανθρώπινης ύπαρξης που αποκαλύπτεται σε κάποιους εκεί που δεν μπαίνει ο μανδύας των ενοχών και των κοινωνικών κανόνων.
Το βιβλίο μπορεί να αναφέρεται στη διπλή ζωή μιας γυναίκας με πολλά πρόσωπα και ενός βαλτωμένου αλλά και εγωιστή φιλότεχνου συγγραφέα, καθρεφτίσει όμως παράλληλα και το πρόσωπο της σημερινής μας κοινωνίας. Το χρήμα γίνεται η χαμένη δύναμη των ανυπάκουων άκρων του πρωταγωνιστή προκειμένου να μπορέσει να ασκήσει την εξουσία του στο υποκείμενο του πόθου του, το μυαλό του προβάλλει ο ίδιος ως δικαιολογία πως ευθύνεται για την έλξη που δείχνει να νιώθει η κατά πολύ μικρότερη και μοναδική -από όλες τις απόψεις- γυναίκα. Και αυτή από τη μεριά της ασκεί τη δική της μαγνητική δύναμη στον άνδρα, αυτήν τη δύναμη που απορρέει από τον αντιφατικό και αδάμαστο χαρακτήρα της, και τον μετατρέπει σε δικό της παιχνίδι. Ο πρωταγωνιστής γίνεται σκλάβος της σαγήνης της ηρωίδας, σε ένα πλαίσιο που αυτή σε τελική ανάλυση ορίζει και ας νομίζει αυτός ότι συμβαίνει το αντίθετο. Από τη μια μεριά χρήμα και μυαλό, από την άλλη νιάτα, ομορφιά και ταλέντο.
«Ποιος τελικά θα είναι ο νικητής;» αναρωτιέται ο αναγνώστης από την αρχή, αλλά όσο γυρνά τις σελίδες ίσως συνειδητοποιεί ότι σε πολλά παιχνίδια δεν υπάρχει νικητής ή έστω ένα μόνο θύμα ή θύτης. Υπάρχει μάλιστα και η περίπτωση κάποιος να είναι ταυτόχρονα και τα δύο, ένα στοιχείο αξιοσημείωτο στο βιβλίο του Στρατή, που σε κάνει να αμφιταλαντεύεσαι διαρκώς ποιανού εκ των δύο κεντρικών προσώπων τη δικαίωση να ευχηθείς. Με επιδέξιο έτσι τρόπο στο πολυσέλιδο δημιούργημά του ο συγγραφέας καταφέρνει να κινηθεί πάνω στο λεπτό αυτό νήμα που ακροβατεί ανάμεσα στο δίκιο του ενός και το δίκιο του άλλου. Ένα ερώτημα που πολλοί από αυτούς που θα διαβάσουν το βιβλίο θα βιαστούν να δώσουν απάντηση, για να έρθει να το ανατρέψει αυτό η εξέλιξη της ιστορίας, που μέσα από το παρατεταμένο αυτό ακροβατικό του δίκιου και του άδικου, αφήνει το αναγνώστη να δώσει τις δικές του εξηγήσεις, να ερμηνεύσει τον έναν χαρακτήρα και τον άλλον, να τους κρίνει ηθικά και να αποφασίσει για το δίκιο του ενός και το άδικο του άλλου, βασισμένος στο δικό του σύστημα αξιών.
Μάλιστα, στην επιλογή του αυτή ο αναγνώστης θα έχει σύμμαχο τον ίδιο τον αφηγητή και κύριο πρόσωπο, ο οποίος μέσα από τον αυτοσαρκασμό του, τον τρόπο παρουσίασης των γεγονότων και την παιγνιώδη λεκτικά διάθεση, ωθεί τον δέκτη προς την αθώωση της ηρωίδας. Ο καθηλωμένος σε μια καρέκλα μεσήλικας συγγραφέας, που μέσα στον πόνο σωματικών και ψυχικών εγκλωβισμών κερδίζει αρχικά τη συμπάθεια του αναγνώστη, σταδιακά μας αποκαλύπτει στοιχεία του χαρακτήρα και τη ζωής του που θολώνουν κάπως την πρόωρη αυτήν κρίση μας. Ο αξιοπρεπής φιλότεχνος και ευφυής συγγραφέας με την άτονη, τετριμμένη και απολύτως προγραμματισμένη καθημερινότητα, μετατρέπεται σιγά-σιγά σε μία φιγούρα ηθικά μεμπτή, εξουσιαστική και μάλιστα η καθημερινότητά του ομορφαίνει με ισχυρές δόσεις πρωτόγνωρου ερωτικού πάθους, που δίνονται με μηνιαία συχνότητα. Από την άλλη μεριά, η συμπρωταγωνίστρια από το μοιραίο εμπορεύσιμο θηλυκό με τον έκλυτο βίο μετατρέπεται σε φιγούρα ασαφή, μυστηριώδη και εύθραυστη, που χαίρει διεθνούς εκτιμήσεως για το ταλέντο της. Μία γυναίκα πόρνη και μία σκληρά εργαζόμενη καλλιτέχνιδα, που δέχεται τον ευτελισμό της υποταγής για να μπορεί να συντηρεί τον καλομαθημένο βιοπορισμό της αλλά και μία κοπέλα που πατά τον διακόπτη όταν χρειάζεται και αφιερώνεται στην σπουδαιότερη αγάπη της, το πιάνο, αγωνιζόμενη για μία επιβράβευση του ταλέντου της που πότε δεν εκλαμβάνεται από την ίδια ως αρκετή. Η διπλή ζωή μέσα από τη λογοτεχνική γραφή του Στρατή φαντάζει στα μάτια του αναγνώστη ενδιαφέρουσα, και η κοπέλα, που εξάλλου αποτέλεσε την αιτία, την αφορμή και τον λόγο ύπαρξης αυτού εδώ του βιβλίου, φαίνεται σχεδόν συμπαθητική. Έτσι, η ιστορία γίνεται καθρέφτης τόσο των εξουσιαστικών μας σχέσεων όσο και της ευμετάβλητης ηθικής μας.
Προσωπικά θεωρώ πως -είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα- ο αφηγητής, με την επιλογή του να μη δώσει λύση στο μυθιστόρημά του, μεταφέρει ένα ακόμη κομμάτι της προσωπικής του ερωτικής περιπέτειας στο χαρτί: αφού ο ίδιος αδυνατεί να ερμηνεύσει ικανοποιητικά συμπεριφορές και να αποφασίσει αν πρέπει να συγχωρέσει ή να εκδικηθεί και με ποια σειρά να το κάνει, καλεί τώρα όλους εμάς να πάρουμε τη δική μας απόφαση και ας δώσει ο καθένας μας συγχωροχάρτι σε όποιο από τα δύο πρόσωπα επιθυμεί.
Ή μήπως δεν είναι αυτή πρόθεση του λογοτέχνη, έχει πάρει ήδη την απόφαση και το βιβλίο αυτό είναι η απάντηση; Και είναι αυτό ένα βιβλίο εκδίκησης λόγω του ξεγυμνώματος κάθε μορφής των ηρώων στο οποίο παίρνουμε και εμείς μέρος ως ακούσιοι παρατηρητές ή εκούσιοι ματάκηδες; Ή μήπως είναι ένα βιβλίο ύστατης ελπίδας ενός άνδρα να φυλακίσει νοερά το αντικείμενο του πόθου του με στόχο να το επαναφέρει με κάποιον τρόπο στη ζωή του; Ο συγγραφέας θέλει να συγκινήσει εμάς ή εκείνη; Ή θέλει απλά μόνο και μόνο να θρέψει το λογοτεχνικό του «είναι», προσποιούμενος στη συνείδησή του πως αυτό υπαγορεύεται από την πηγαία αγάπη του είτε προς την τέχνη του είτε προς την ερωμένη του;
Ερωτήματα σαν και αυτά ξεπροβάλλουν όσο η ιστορία των δύο αταίριαστων βίων αλλά ταιριαστών – κατά κάποιον τρόπο- προσώπων εξελίσσεται, κάνοντάς μας να καταλάβουμε τον ψυχογραφικό χαρακτήρα του βιβλίου, που αναδεικνύεται πίσω από ιδιόμορφες ερωτικές συνευρέσεις. Βέβαια, δεν περιορίζεται μόνο σε αυτό. Όπως προανέφερα, η ιστορία που μας αφηγείται ο Στρατής, είναι ένα διαρκές ριψοκίνδυνο σαρκικά και πνευματικά ερωτικό παιχνίδι εξουσίας. Δεν είναι λίγες οι φορές που έπιασα τον εαυτό μου να κάνει αναγωγές στον δικό του μικρόκοσμο αλλά και συνολικότερα στη σύγχρονη κοινωνική ζωή, η οποία κυριαρχείται από τέτοιου είδους σχέσεις. Με άλλα λόγια το βιβλίο του Στρατή μπορεί κανείς να το δει με ματιά ψυχαναλυτική, ηδονοβλεπτική, κοινωνική ή ακόμα και φιλοσοφική, αν αναλογιστεί την «καθαρή αλήθεια» της ανθρώπινης φύσης, αυτής που εκφράζεται ασυλλόγιστα, παρορμητικά και ακατέργαστα. Και τι πιο ακατέργαστο από το ζωώδες; Τι πιο απροκάλυπτο από την εγωιστική μας ανάγκη να κατέχουμε; Να νιώσουμε σιγουριά ότι αυτό που αγαπάμε μας ανήκει;
Μια τέτοια πρωτογενής ανάγκη σπρώχνει τον αφηγητή να μας ταξιδέψει στα εσώψυχά του και δεν διστάζει να σοκάρει με τα λόγια και τις πράξεις του, να συγκινήσει μέσα από την παράλληλη αποκάλυψη των καθημερινών δυσκολιών της ζωής του, το σκληρό πρόσωπο της οποίας είδε από πολύ νωρίς και το οποίο ο αναγνώστης βλέπει μέσω των αναδρομών ακόμα και στα παιδικά χρόνια του ήρωα. «Το είχα συνειδητοποιήσει από μικρός ότι ήμουνα διαφορετικός από τα άλλα παιδιά και ότι θα πέθαινα από την αρρώστια μου. Έτσι νόμιζα πάντα.» μας εκμυστηρεύεται σε μια τέτοια αναδρομή, «Σήμερα μέσα στην απόλυτη μοναξιά μου, στερημένος όχι μόνο από έρωτα και αγάπη αλλά και από εκείνες ακόμα τις σποραδικές σεξουαλικές επαφές με τα κορίτσια της χαράς, βλέπω και ξαναβλέπω τα σύντομα αυτά βίντεο, όχι για να ερεθιστώ αλλά μήπως και μπορέσω να καταλάβω» μας λέει σε κάποιο άλλο σημείο. Και ο αναγνώστης από τη μεριά του καταλαβαίνει πως στο μεγάλο ηθικό δίλημμα που αναπόφευκτα προκύπτει για τον συγγραφέα αφηγητή δεν υπάρχει εύκολη επιλογή και ότι δεν είναι ένας χαρακτήρας που δεν έχει πονέσει. Ίσως μάλιστα να έχει συνηθίσει τόσο πολύ στον πόνο, που να θέλει τώρα από αγάπη να τον προκαλέσει.
Η έκδοση του βιβλίου για το οποίο βρισκόμαστε εδώ σήμερα είναι η δική του επιλογή, υποπτεύομαι εξαιρετικά δύσκολη και θα ήθελα να συγχαρώ τον Στρατή για την τόλμη του να μην ντραπεί να εκφράσει τη δική του αλήθεια στη συγκεκριμένη ιστορία. Αυτήν την αλήθεια θα τη μάθουν και όσοι αποφασίσουν να διαβάσουν τη Σονάτα Waldstein και μπορεί να συμφωνήσουν ή να διαφωνήσουν με την επιλογή του δημιουργού της, εκφράζοντας μέσα από την κριτική τους τη δική τους αλήθεια. Θα πρότεινα πάντως να μη σταθούν μόνο σε όσα οι χαρακτήρες λένε αλλά και σε όσα δε λέγονται, σε όσα κρύβονται πίσω από τα λόγια και τις πράξεις τους. Τότε ίσως να καταλάβουν πως η ηθική δεν γνωρίζει από σωστό και λάθος, καλό και κακό, παρά μόνο τις αμέτρητες παραμορφώσεις της πίσω από τις εξατομικευμένες μας οπτικές, που και αυτές με τη σειρά τους μεταλλάσσονται με τον χρόνο και ανά συγκυρία. Ένα βιβλίο απάντηση και κάλεσμα του συγγραφέα, πιθανόν ένα βιβλίο εξυμνητικής τιμωρίας για την «Εύα» του μυθιστορήματος, ένα βιβλίο ηθικού προβληματισμού για τον δέκτη, που διαβάζοντας και την τελευταία σελίδα του μπορεί να μη δώσει οριστικές απαντήσεις, αλλά θα καταλάβει πως μέσα από τη Σονάτα Waldstein νοηματοδοτείται πλήρως η έννοια της καλής ανάγνωσης.
Θα ήθελα, λοιπόν, να συγχαρώ και να ευχαριστήσω ξανά τον Στρατή που μας πρόσφερε ένα ακόμα καλό λογοτεχνικό βιβλίο και να ευχηθώ να είναι καλοτάξιδο.