Η αναφορά βρέθηκε στα αρχεία της KGB μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991. Συμπεριλαμβάνεται, μαζί με άλλα υπηρεσιακά έγγραφα, στον φάκελο του Νικολάι Νικολάγιεβιτς Νικολάγιεφ – μ’ αυτό το ψευδώνυμο ήταν καταχωρημένος. Την υπογράφει ο εντεταλμένος πράκτορας Σεμιόν Ιβάνοβιτς Παβλόφ και φέρει ημερομηνία 30 Ιουνίου 1973, έναν περίπου μήνα πριν την αυτοκτονία του. Η μαγνητοταινία που την συνόδευε έχει χαθεί ή καταστράφηκε στο γενικό χάος που ακολούθησε την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, υποθέτουμε όμως ότι η απομαγνητοφώνηση μεταφέρει πιστά τα όσα ειπώθηκαν στην συνομιλία που έλαβε χώρα στο Σουργκούτ, τόπο εξορίας του «Νικολάγιεφ». Δυστυχώς, μέρος του κειμένου είναι δυσανάγνωστο λόγω της φθοράς του εγγράφου από την υγρασία. Τα αποσπάσματα που διασώζονται παρατίθενται ως έχουν:
«Εχθές, Παρασκευή 29/ 06/ 1973 και ώρα 12η μεσημβρινή, το υποκείμενο, (Σ.σ. Πάγια υπηρεσιακή έκφραση που χρησιμοποιούνταν για όλα τα υπό παρακολούθηση άτομα), δέχθηκε επίσκεψη στην οικία του από τον σ. Χ… (Σ.σ. Ονοματεπώνυμο ακατάληπτο), απεσταλμένο της Κ.Ε. Συνομίλησαν περί τα 45 λεπτά στην μητρική των γλώσσα και εν συνεχεία ο επισκέπτης αποχώρησε. Παρακάτω καταγράφονται τα όσα διεμείφθησαν μεταξύ των συμφώνως προς την μετάφρασιν που συνέταξε αυθημερόν ο σ. Αλεξίεβιτς.
[…]
- Αυτά σ’ τα στέλνει ο γιος σου.
- Να του δώκεις χαιρετίσματα. Τον ευχαριστώ, να του πεις. Αλλά δεν θα χρειαστούνε. Αύριο ξεκινάω.
- Ναι, το ξέρω. Γι’ αυτό ήρθα. Για να το συζητήσουμε. Μήπως κι αλλάξεις γνώμη.
- Άδικα έκανες τότε όλον αυτόν τον δρόμο. Δεν υπάρχει περίπτωση.
- Έτσι είχες πει και την προηγούμενη φορά. Αλλά να που είμαστε ακόμα εδώ και κουβεντιάζουμε τα ίδια. Αλήθεια, δεν βαρέθηκες; Ετούτη ποια είναι; Η τρίτη;
- Η τέταρτη. Μια που έκανες τον κόπο να ‘ρθεις να με δεις, θα ‘πρεπε να ‘σουνα καλύτερα ενημερωμένος.
- Σωστά, η τέταρτη. Γερνάμε, Νίκο, γερνάμε και ξεχνάμε.
- Εσύ μπορεί να ξέχασες, εγώ πάντως όχι.
- Τότε λοιπόν θυμάσαι και πώς έληξαν οι τρεις προηγούμενες. Για τούτο κουβαλήθηκα ίσαμε ‘δώ. Για να σ’ το υπενθυμίσω.
- Είναι διαφορετικά τώρα τα πράγματα, όχι όπως τότε.
- Γιατί; Τι έχει αλλάξει;
- Μόνος σου το είπες. Γερνάμε. Έχω γεράσει πια, έκλεισα τα 70. Δεν μου μένει πολύς χρόνος ακόμα. Είναι ανάγκη να αποκαταστήσω τ’ όνομά μου πριν κλείσω τα μάτια. Την κομματική μου τιμή. Δεν μπορώ να περιμένω άλλο.
- Θα γίνει! Όλα με τη σειρά τους. Αλλά θέλει χρόνο. Γραμματέας ήσουνα, ξέρεις πως δεν είναι εύκολο ν’ αλλάξουν οι αποφάσεις της Ολομέλειας απ’ τη μια στιγμή στην άλλη. Το μελετάμε. Με τη στάση σου όμως δεν βοηθάς, δυσκολεύεις τα πράγματα. Λίγη υπομονή, αυτό μόνο σου ζητάω.
- Υπομονή;! Πόση υπομονή να κάνω πια; Δώδεκα χρόνια βρίσκομαι εδώ πέρα στην ερημιά. Γερνάω και δεν έχω έναν άνθρωπο δίπλα μου να μου δώσει ένα ποτήρι νερό. Όλοι με αποφεύγουν. Σαν να ‘μαι λεπρός. Και ξέρεις γιατί; Επειδή μου κολλήσατε τη ρετσινιά στο κούτελο.
- Όχι εμείς, σύντροφε. Οι ρεβιζιονιστές! Το ξέρεις καλά, το θυμάσαι, ότι εγώ σου στάθηκα τότε, κι ας ήταν επικίνδυνο. Κι είμαστε κι άλλοι στο πλευρό σου, δεν σ’ εγκαταλείψαμε. Αλλά έπρεπε να περιμένουμε. Για το συμφέρον του Κόμματος. Εσύ μας το δίδαξες. Τώρα όμως που οι ρεβιζιονιστές ξεσκεπάστηκαν κι επέλεξαν να στραφούν ανοιχτά ενάντια στο Κόμμα, μην παίζεις το παιχνίδι τους. Μην τους δίνεις όπλα για να μας πολεμήσουν. Σταμάτα την απεργία πριν είναι πολύ αργά. Είναι ζήτημα χρόνου η αποκατάστασή σου. Σ’ το υπόσχομαι. Στην κομματική μου τιμή!
- Λες και περνάει απ’ το χέρι σου, καημένε, και μοιράζεις υποσχέσεις! Αφού χωρίς την έγκριση των Σοβιετικών, εσείς από μόνοι σας δεν μπορείτε ν’ αποφασίσετε το παραμικρό. Ή μήπως νομίζεις ότι θα το εγκρίνουν; Δεν πρόκειται, στον αιώνα τον άπαντα. Τους έχω γίνει πια κακό σπυρί στον κώλο. Το μόνο που νοιάζονται είναι πώς θα με ξεφορτωθούνε. Ε, να λοιπόν, θα σας κάνω το χατίρι! Χάρισμά σας το κουφάρι μου!
- Νεκρό τι να σε κάνουμε Νίκο; Από μάρτυρες άλλο τίποτα, οι στρατιώτες είναι που μας λείπουν. Έχεις πολλά να προσφέρεις ακόμα στον αγώνα. Ψάχνουμε να βρούμε τρόπο να σε αξιοποιήσουμε. Την πείρα σου, την θεωρητική σου κατάρτιση.
- Αυτά τ’ ακούω χρόνια. Τι περιμένετε λοιπόν; Να φτάσω στα 80; Με το κορμί ανήμπορο και το μυαλό κουρκούτι;
[…]
- Ανυπόμονος μια ζωή! Πάντα βιαζόσουνα, ποτέ δεν ήξερες να περιμένεις να ωριμάσουν οι συνθήκες. Απ’ την πολλή βιασύνη σου πήρες κι άλλους στον λαιμό σου… Έναν ολόκληρο λαό που ακόμα πληρώνει τα σπασμένα.
- Το πιστεύεις αυτό που λες; Ότι ήμουνα υπεύθυνος για ό,τι έγινε; Δικό μου λοιπόν το φταίξιμο; Να, γι’ αυτό ζητάω να επιστρέψω. Να δικαστώ, να απολογηθώ, να αναλάβω την ευθύνη. Μου το αρνείστε όμως, γιατί;
- Μα δεν καταλαβαίνεις πόσο εγωιστικό είναι αυτό που ζητάς; Θέλεις να γυρίσεις στην Ελλάδα να δικαστείς. Να πας δηλαδή από μόνος σου να χωθείς στο στόμα του λύκου. Σαν να μην έχεις συναίσθηση τι δώρο ουρανοκατέβατο θα ‘τανε για την Χούντα! Ή μήπως θαρρείς πως δεν θα το εκμεταλλευτούνε; Ειδικά τώρα που σ’ ένα μήνα έχουμε το δημοψήφισμα. Βάλ’ τα κάτω και θα δεις κι εσύ πως έχω δίκιο. Η Χούντα όπου να ‘ναι καταρρέει. Κανένας δεν την θέλει πια, μήτε καν οι Αμερικάνοι. Περίμενε λίγο. Να νομιμοποιηθεί το Κόμμα πρώτα.
- Να ωριμάσουν οι συνθήκες, ε; Οι συνθήκες όμως δεν ωριμάζουν από μόνες τους. Γι’ αυτό είναι οι επαναστάτες. Για να βάζουν πλάτη να ξεκολλήσει το κάρο απ’ τη λάσπη. Και με το αίμα τους ακόμα αν χρειαστεί.
- Μπορεί. Ξέρεις όμως τι δεν πρέπει να κάνουν οι επαναστάτες; Να βάζουν το κάρο μπροστά απ’ τ’ άλογα. Αυτό κάνεις εσύ τώρα κι ας μην το καταλαβαίνεις. Βάζεις τον εαυτό σου πάνω απ’ το Κόμμα. Αδιαφορείς για τις συνέπειες. Το μόνο που σε νοιάζει, είναι το όνομά σου!
- Γιατί ούτ’ αυτό δεν μου ‘μεινε! Μου το κλέψατε μαζί με όλα τ’ άλλα. Το θέλω πίσω, σύντροφε. Να με θάψουνε μ’ αυτό, όχι με ένα ξένο όνομα πάνω στον τάφο.
- Άσε να περάσει το καλοκαίρι τουλάχιστον και βλέπουμε. Κι αν δεις ότι δεν γίνονται αυτά που σου υποσχέθηκα, ξεκίνα τότε, κι εγώ μαζί σου.
- Δεν σε πιστεύω πια σύντροφε. Από λόγια έχω χορτάσει. Τίποτα δεν πρόκειται να γίνει, όπως δεν έγινε δώδεκα χρόνια τώρα. Και ξέρεις γιατί είμαι τόσο σίγουρος; Επειδή κάποτε, πριν από πολλά-πολλά χρόνια, έκανα και πάλι μια τέτοια κουβέντα. Μόνο που εκείνη τη φορά, καθόμουν εγώ απ’ την δική σου την πλευρά κι απέναντί μου είχα έναν σύντροφο στην τωρινή μου θέση. Κι ήταν καθήκον μου κομματικό να του αλλάξω γνώμη, για τούτο τον σκοπό με είχε στείλει η Προσωρινή Επιτροπή. Εκείνος δεν ήθελε με τίποτα να υπογράψει δήλωση μετανοίας, το Κόμμα όμως τον χρειαζότανε έξω από τη φυλακή κι ανέθεσαν σ’ εμένα να τον πείσω. Τις ίδιες υποσχέσεις του ‘δωκα με σένα, ότι μόλις έρθει η κατάλληλη στιγμή το Κόμμα θα τον αποκαταστήσει πάλι, μ’ επίσημη ανακοίνωση πώς ό,τι έκανε, ήταν συμφωνημένο. Ώρες ολάκερες του μίλαγα μ’ ό,τι επιχείρημα κατέβαζε ο νους μου, τα ίδια λόγια του ‘λεγα που άκουσα πριν λίγο, για το κομματικό καθήκον που μπαίνει πάνω απ’ τη ζωή και την τιμή του ατόμου. Λέγε-λέγε τον έπεισα κι υπέγραψε. Την άλλη μέρα τον άφησαν ελεύθερο. Θα κατάλαβες βέβαια για ποιον σου μιλώ ή μήπως να σ’ το θυμίσω; Ωραία λοιπόν, άρα γνωρίζεις και πώς τελειώνει η ιστορία. Ποτέ δεν καθάρισε τελείως τ’ όνομά του. Πάντοτε μια υποψία πλανιόταν πάνω απ’ το κεφάλι του. Ό,τι κι αν έκανε, όσα κι αν πρόσφερε, όσα κι αν θυσίασε, ποτέ του δεν κατάφερε να την αποδιώξει. Κι όταν κάποτε διαφώνησε με την κομματική γραμμή, τότε όλοι το θυμήθηκαν και δεν του το συγχωρήσαν. Και ξέρεις και κάτι ακόμα; Γιατί τα θυμάμαι όλα τούτα; Επειδή εγώ ήμουν αυτός που τον πήρε στον λαιμό του. Με δική μου εισήγηση τον διαγράψαν απ’ το Κόμμα κι έπειτα βρήκε τέλος τραγικό απ’ το ίδιο του το χέρι, κυνηγημένος απ’ τους εχθρούς, προδομένος απ’ τους φίλους. Από τότε μια ζωή η ανάμνησή του θα με τρώει. Καταλαβαίνεις τώρα γιατί δεν πρόκειται να κάνω πίσω;
[…]
- Κράτησε τουλάχιστον τον καπνό και τα τσιγάρα.»
[…]
(Σ.σ. Οι επόμενες σελίδες της αναφοράς έχουν σκιστεί. Διασώζεται μόνο ένα απόσπασμα από την καταχώριση της επόμενης μέρας, με ημερομηνία 31/ 06/ 1973 όπου ο πράκτορας Παβλόφ καταγράφει τα εξής.)
«Περί την 4ην απογευματινήν, το υποκείμενο εθεάθη εντός της αυλής της οικίας του να βηματίζει κατά μήκος του φράκτου καπνίζοντας και μονολογώντας ακαταλήπτως. Σύμφωνα με την μαρτυρία της Σόνιας Νταβίντοβα η οποία τον επισκέπτεται άπαξ της εβδομάδος εν γνώσει της υπηρεσίας, από της πρωίας απέχει της καταναλώσεως στερεάς τροφής περιοριζόμενος εις την λήψιν ύδατος. Αναμένομεν περαιτέρω οδηγίας δια τον χειρισμόν του ζητήματος.»
Σχoλιάστε