(Οι εξόριστοι)
Το μεσημέρι της Παρασκευής 1η Σεπτεμβρίου 1939, οι λιγοστοί κάτοικοι του οικισμού Ακαμάτρα της Ικαρίας, αντίκρισαν ένα ασυνήθιστο θέαμα. Τέσσερις εκ των εκτοπισμένων εις την νήσον πολιτικών κρατουμένων συνεπλάκησαν μεταξύ των μετά από έντονη λογομαχία. Κατά την λεπτομερή αναφορά που συνέταξε την επομένη ο χωροφύλαξ Ιωάννης Παραγιός, ο καβγάς έλαβε χώρα στον προαύλιο χώρο της εκκλησίας όπου γινόταν η διανομή του συσσιτίου. Ως αιτία της συμπλοκής φέρεται η διαφωνία των σχετικά με το πολιτειακό. Αν και είχαν όλοι συλληφθεί την ίδια περίπου εποχή από το καθεστώς της 4ης Αυγούστου με τον ειδικό νόμο περί προστασίας της καθεστηκυίας τάξεως, εντούτοις ασυμβίβαστες πολιτικές διαφορές, τους οδήγησαν ως το σημείο της χειροδικίας.
Συμφώνως προς τις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων, την αρχή έκανε ο Δημοσθένης Οικονομέας, δικηγόρος το επάγγελμα, παλαιός βενιζελικός και στέλεχος του Κόμματος των Φιλελευθέρων. Συνομιλών μετά των τριών συγκρατουμένων του, ο προαναφερθείς, αφού απέρριψε μετά βδελυγμίας πάσαν μορφήν ολοκληρωτισμού, ακολούθως υποστήριξε ενθέρμως την υπεροχή της, κατά τα γαλλικά και υπερατλαντικά πρότυπα, αβασίλευτης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, ως την ιδανική μορφή πολιτεύματος, την μόνη ικανή όπως εξασφαλίσει την οικονομική ευημερία ομού μετά της προστασίας των ατομικών ελευθεριών και δικαιωμάτων.
Εις αυτόν ηναντιώθη αρχικώς ο Νικόλαος Ευαγγελίδης, καπνεργάτης, συνδικαλιστής του Εργατικού Κέντρου Καβάλας και μέλος του παρανόμου μηχανισμού του Κομμουνιστικού Κόμματος. Αφού τον εστόλισε πρώτα με σκαιούς χαρακτηρισμούς αποκαλώντας τον λακέ της μπουρζουαζίας και απολογητή της κεφαλαιοκρατίας, εν συνεχεία αντιπαρέθεσε στα ήδη λεχθέντα τα επιτεύγματα του σοβιετικού καθεστώτος κατά την ταχεία ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού εις μίαν μόνον χώραν, προς όφελος των εργατών και των αγροτών οι οποίοι, υπό την ηγεσία του Στάλιν, δημιουργούσαν μια νέα κοινωνία απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Εις το άκουσμα του ονόματος του Γεωργιανού δικτάτορος όμως, ο τρίτος της ετερόκλητης συντροφίας, Θωμάς Γραμματικός, διδάσκαλος, Αρχειομαρξιστής, εξανέστη. Στραφείς εναντίον του Στάλιν, τον εξύβρισε διά των βαρυτάτων εκφράσεων, «τύραννος», «δήμιος», «δολοφόνος». Αφού κατακεραύνωσε το κατά την γνώμη του προδοτικόν Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότοφ, εν συνεχεία διετράνωσε την πεποίθησή του ότι μόνον η Διαρκής Επανάστασις, εγκαθιδρύουσα την παγκόσμιον δικτατορίαν του προλεταριάτου εδύνατο να αποτρέψει τον πόλεμο καταργώντας τα εθνικά σύνορα και εδραιώνοντας απ’ άκρου εις άκρον της γης την συναδέλφωση των λαών.
Εις την φιλονεικίαν παρενέβη απρόσκλητος, ουχί πυροσβεστικώς αλλά ρίπτων έλαιον επί του πυρός, ο Ελευθέριος Μαύρος, φοιτητής της Σχολής Καλών Τεχνών, αναρχικός τω κοινωνικώ φρονήματι. Απορρίπτοντας συλλήβδην τας απόψεις των προλαλησάντων, κατήγγειλε τον θεσμό του Κράτους ως τον κύριον υπαίτιον της ανθρωπίνου εξαθλιώσεως και δυστυχίας. Καμία μεταρρύθμισις δεν ωφελούσε και μόνον η βιαία κατάργησις πάσης μορφής κρατικής εξουσίας και η αυτόνομος οργάνωσις των τοπικών κοινωνιών κατά τας αρχάς της πλήρους ισότητος και κοινοκτημοσύνης, θα απελευθέρωνε την ανθρωπότητα εκ των δεσμών της.
Τα πνεύματα είχαν οξυνθεί, κάθε λεκτική προσβολή προκαλούσε συμμαχίες και αντιπαραθέσεις πυροδοτώντας νέους γύρους αντεγκλήσεων. Η επίθεσις του Ευαγγελίδη στον Οικονομέα εγένετο δεκτή με επευφημίες εκ των ετέρων δύο συνομιλητών, ομοίως οι ύβρεις του Γραμματικού συνάντησαν την επιδοκιμασία του φιλελευθέρου και του αναρχικού. Βαθμηδόν όμως ο καθείς στρεφόταν εναντίον όλων των υπολοίπων και η έντασις κλιμακωνόταν επικινδύνως. Ως και ο ιερεύς του παρακειμένου ιερού ναού της Θεοτόκου ενεπλάκη στο επεισόδιο όταν, προκληθείς εκ του αναρχικού συνθήματος «Ούτε Θεός, ούτε Αφέντης», εκτύπησε τον άθεο δια της ποιμαντορικής ράβδου αναφωνήσας «Όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος».
Αρχικώς η αντίδρασις των ανδρών της Χωροφυλακής υπήρξε χλιαρά, τινές εξ αυτών μάλιστα φάνηκε να διασκεδάζουν. Η παρέμβασίς των όμως κατέστη αναπότρεπτος από την στιγμήν που διεπίστωσαν ιδίοις όμμασι ότι όπισθεν των συμπλεκομένων, συνετάσσοντο οι οπαδοί των αντιμαχομένων ιδεολογιών, έτοιμοι από τα λόγια να περάσουν εις τα έργα. Ήτο πλέον φανερόν ότι κατά την διάρκειαν της τετράχρονης εξορίας των στο νησί, οι εκτοπισθέντες είχαν κατορθώσει δια της προπαγάνδας να προσηλυτίσουν ουκ ολίγους γηγενείς εις την κοσμοθεωρίαν των. Προκειμένου να αποφευχθεί το ομαδικόν γρονθοκόπημα, οι πρωταίτιοι της διενέξεως ετέθησαν εις απομόνωσιν φρουρούμενοι.
Εις την αναφορά του ο χωροφύλαξ Ιωάννης Παραγιός επρότεινε την λήψιν διοικητικών μέτρων, τον διαχωρισμό των ταραξιών και την μεταγωγή των εις άλλους τόπους εξορίας. Καθώς φαίνεται όμως, ουδεμία περαιτέρω ενέργεια διετάχθη· τας αστυνομικάς αρχάς απασχολούσαν σοβαρότερα προβλήματα.
Την πρωίαν της ιδίας ημέρας είχε ξεκινήσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Σχoλιάστε