Είχα ωραίο ταξίδι· ναυάγησα.
Φρίντριχ Νίτσε.

«Καλοτάξιδο!»

Δεν ξέρω από πού προέρχεται αυτή η λογοτεχνική παρομοίωση που παραλληλίζει ένα βιβλίο με ένα πλοίο, είναι πάντως η πιο συνηθισμένη ευχή που συνοδεύει την πρώτη έκδοση, και είχα την ευτυχία να την ακούσω και να τη διαβάσω δεκάδες φορές από τη Δευτέρα. Σας ευχαριστώ όλους από καρδιάς για τις ευχές σας, αισθάνομαι ευγνώμων.

Όμως…

Όμως αυτό το βιβλίο δεν είναι πλοίο, είναι ναυάγιο. Είναι η σχεδία που έφτιαξα από τα συντρίμμια ενός πλοίου μετά το ναυάγιο. Από μια σχεδία δεν περιμένεις να είναι καλοτάξιδη, ελπίζεις μόνο να σε βγάλει σώο και αβλαβή στο πλησιέστερο ακρογιάλι. Αυτό έκανα· γαντζώθηκα με νύχια και με δόντια πάνω της όπως ο πνιγμένος που πιάνεται απ’ τα μαλλιά του. Επί τρία σχεδόν χρόνια πάλεψα με τα κύματα των παθών και θαλασσοδάρθηκα ενώ γύρω μου τα στοιχεία της φύσης λυσσομανούσαν και ο άνεμος φυσούσε αντίξοα.

Το πρωί της Δευτέρας, η σχεδία μου επιτέλους προσάραξε σε στέρεα γη. Άντεξε και εκπλήρωσε την αποστολή της, μου έσωσε τη ζωή. Βρίσκομαι τώρα Ροβινσώνας Κρούσος, ναυαγός, σ’ ένα ερημονήσι. Είμαι κατάκοπος, θαλασσοδαρμένος, ταλαιπωρημένος. Αλλά είμαι ακόμα ζωντανός και ονειρεύομαι καινούργια ταξίδια. Ταξίδια με θαλαμηγούς και κρουαζιερόπλοια, με πειρατικά καράβια και καραβέλες. Μπορεί όμως και με αυτήν την χιλιομπαλωμένη σχεδία που της χρωστάω ευγνωμοσύνη. Κάθομαι στην άμμο της παραλίας, ανάβω μια φωτιά με τα ξερόκλαδα και περιμένω τους διασώστες· ίσως κάποιο διερχόμενο πλοίο να την δει και να με ανακαλύψει…

***

Μου κόστισε ακριβά η συγγραφή αυτού του βιβλίου. Στα δίσεκτα τελευταία χρόνια έχασα σχεδόν τα πάντα. Έχασα, -δύο φορές μάλιστα- την γυναίκα που αγαπούσα, έχασα μια φιλία που θεωρούσα πολύτιμη, έχασα την ηρεμία μου και την εκτίμηση που είχα στον εαυτό μου, έχασα την ελευθερία μου και όλες τις μικρές απολαύσεις που αλάτιζαν και νοστίμιζαν την νερόβραστη σούπα της ζωής μου.

Φοβάμαι ότι άλλο τόσο θα μου στοιχίσει και η δημοσίευση του μυθιστορήματος. Αρκετοί συγγενείς, φίλοι και γνωστοί θα πέσουν απ’ τα σύννεφα με αυτά που θα διαβάσουν, ίσως σοκαριστούν και χάσουνε πάσα ιδέα για το άτομό μου. Ας είναι, δεν πειράζει. Έρχεται κάποτε η στιγμή να πεις την αλήθεια σου όποιο κι αν είναι το κόστος. Όσους, αφού την μάθουν, απομακρυνθούν ή μου γυρίσουν την πλάτη, τους καταλαβαίνω, απλώς μέχρι τώρα δεν γνώριζαν με ποιον είχαν να κάνουν. Όσοι όμως το διαβάσουνε και μείνουνε κοντά και πλάι μου, αυτοί θα είναι φίλοι για πάντα.

Γιατί ετούτο το βιβλίο δεν είναι ΤΟΥ Στρατή, ετούτο το βιβλίο είναι Ο Στρατής, είναι το De Profundis μου και η εξομολόγησή μου.